τυπογραφία

τυπογραφία
Η αναπαραγωγή κειμένου ή εικόνων με κινητά ανάγλυφα στοιχεία. Σε παλαιότερα χρόνια, η στοιχειοθεσία γινόταν με το χέρι, με την εξέλιξη της τεχνικής όμως έχουν εισαχθεί πολλές νέες μέθοδοι (λινοτυπική μηχανή, μονοτυπία, όφσετ) που παρέχουν τεράστιες δυνατότητες, ποσοτικές και ποιοτικές. Βάση για την εξέλιξη της τυπογραφίας αποτέλεσε το τυπογραφικό στοιχείο, παραλληλεπίπεδο, κυρίως από μέταλλο, με ανάγλυφο σχήμα ενός γράμματος. Ο Iω. Γουτεμβέργιος, τελειοποιώντας παλαιότερο σύστημα, κατόρθωσε (μεταξύ 1440 και 1456) να αναπαράγει απεριόριστο αριθμό στοιχείων, που το καθένα τους έφερε ανάγλυφο ένα από τα γράμματα του αλφαβήτου, έτσι ώστε να συνδυάζεται με τα άλλα για τον σχηματισμό ενός κειμένου. Το σχήμα των πρώτων τυπογραφικών στοιχείων δεν διέφερε από το σχήμα των χειρόγραφων. Αργότερα, το σχήμα των γραμμάτων απλοποιήθηκε ώστε να χαράζεται ευκολότερα πάνω στο μέταλλο. Πολλοί, κατά καιρούς, έδωσαν ωραιότατα στοιχεία όπως ο Κλοντ Γκαραμόν, ο Κρίστοφερ βαν Ντανκ (ελζεβεριανά στοιχεία), ο Τζαμπατίστα Μποντόνι και άλλοι. Η ταξινόμηση των στοιχείων στηρίζεται στο σχήμα του οφθαλμού, δηλαδή του μέρους που αποτυπώνεται. Μια συστηματική ταξινόμηση πρέπει να αναφέρεται στον τύπο (λατινικό, γοτθικό ή εξωτερικό στοιχείο), στην ομάδα (ρυθμός, μορφή κλπ.), στην οικογένεια (στρογγυλό, κυρτό), στη σειρά (λευκό, μαύρο) και στο σώμα (κλίμακα του σώματος). Στο τυπογραφικό στοιχείο οι τρεις διαστάσεις είναι το ύψος, η δύναμη του σώματος (σώμα) και η απόσταση. Από τεχνολογική άποψη, τα στοιχεία παράγονται σε χυτήρια ή από ειδικές μηχανές μηχανικής στοιχειοθεσίας. Στις μηχανές αυτές συντίθεται στοιχεία σε ολόκληρους στίχους (λινοτυπία, ίντερταϊπ) ή χωριστά (μονοτυπία). Με την καθιέρωση της φωτοσύνθεσης, όπου το στοιχείο αποτελείται από μια φωτογραφική αναπαραγωγή του κάθε αλφαβητικού γράμματος ή συμβόλου. Τα στοιχεία του χυτηρίου (του χεριού ή της κάσας) χύνονται με ένα κράμα μολυβιού, κασσίτερου και αντιμονίου που τα ποσοστά τους ποικίλλουν ανάλογα με το σύστημα και τις επεξεργασίες. Η συνηθισμένη σύνθεση αποτελείται από μολύβι 80-54%, κασσίτερο 17% και αντιμόνιο 19-29%. Τα σύγχρονα τυπογραφεία της Χ.Κ. Τεγόπουλος (φωτ. ΑΡΡ). Τα σύγχρονα τυπογραφεία έχουν ταχυπιεστήρια ικανά να εκτυπώνουν, σε σύντομο χρονικό διάστημα.
* * *
η, Ν
1. το έργο ή το επάγγελμα τού τυπογράφου, η τέχνη τής στοιχειοθεσίας και τής εκτύπωσης κειμένων ή εικόνων («την τέχνη τής τυπογραφίας επινόησε ο Γουτεμβέργιος»)
2. συνεκδ. α) το σύνολο τών μεθόδων και τών τεχνικών μέσων που χρησιμοποιούνται στην τέχνη αυτή («η ανάπτυξη τής τυπογραφίας»)
β) ο αντίστοιχος βιομηχανικός κλάδος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. typographie (< τύπος + -γραφία*). Η λ. μαρτυρείται από το 1598 στον Αντ. Αρκούδιο].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • τυπογραφία — η 1. η τέχνη, το επάγγελμα του τυπογράφου. 2. η εκτύπωση βιβλίων με τη χρησιμοποίηση πιεστηρίου. 3. τα τεχνικά μέσα και οι μέθοδοι της εκτύπωσης βιβλίων: Η πρόοδος της τυπογραφίας. 4. η βιομηχανία της εκτύπωσης βιβλίων …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Τυπογραφείο Εθνικό — Το τυπογραφείο του εληνικού κράτους, στο οποίο εκτυπώνονται η Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και άλλα δημόσια έγγραφα. Με την κήρυξη της ανεξαρτησίας της Ελλάδας, οι πρώτες κυβερνήσεις που σχηματίστηκαν, προνόησαν για τον καταρτισμό τυπογραφείου για… …   Dictionary of Greek

  • αναγέννηση — I Χρονική περίοδος της ευρωπαϊκής ιστορίας, που ακολουθεί τον Μεσαίωνα.Με τον όρο Α. (ιταλ. Rinascimento, Rinascita Rinascenza,γαλλ. Renaisance), σε αντιδιαστολή προς τον Μεσαίωνα που θεωρείται περίοδος βαρβαρότητας, χαρακτηρίζεται ένα… …   Dictionary of Greek

  • αφίσα — Έντυπο που τοιχοκολλείται ή τοποθετείται σε ειδικό χώρο, με προορισμό να μεταδώσει στον περαστικό, με τρόπο σύντομο αλλά και αποτελεσματικό, κάποιο μήνυμα ή να τον πληροφορήσει για κάποια εκδήλωση. Η α. είναι η σημαντικότερη και γνωστότερη από… …   Dictionary of Greek

  • βιβλίο — Σύνολο φύλλων χαρτιού, περγαμηνής ή άλλου υλικού, τυπωμένων ή χειρόγραφων, δεμένων μαζί ώστε να αποτελούν έναν τόμο, προορισμένο για κυκλοφορία. Η ιστορία του β. καλύπτει μια περίοδο πάνω από 5.000 ετών και είναι κατά μεγάλο μέρος ιστορία του… …   Dictionary of Greek

  • κλισέ — (γαλλ. cliché). Όρος που χρησιμοποιείται στην τυπογραφία και στη φωτογραφική τέχνη. Χαρακτηρίζει μια στερεή, επίπεδη ή κυλινδρική πλάκα από τσίγκο, χαλκό, μπρούντζο ή συνθετική ύλη, πάνω στην οποία είναι αποτυπωμένη η απεικόνιση του πρωτότυπου… …   Dictionary of Greek

  • τυπογραφικός — ή, ό, Ν 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην τυπογραφία ή στον τυπογράφο (α. «τυπογραφική εργασία» β. «τυπογραφικό λάθος») 2. αυτός που χρησιμεύει στην εκτύπωση («τυπογραφικά στοιχεία» μεταλλικοί και ξύλινοι χαρακτήρες με τους οποίους συντίθεται …   Dictionary of Greek

  • χρωμοτυπογραφία — η, Ν (τυπογρ.) εκτύπωση έγχρωμων εικόνων, έγχρωμη τυπογραφία. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. chromotypography < χρώμα + τυπογραφία] …   Dictionary of Greek

  • αρχέτυπα — Βιβλία που τυπώθηκαν στα πρώτα χρόνια της τυπογραφίας έως και το 1501. Τα α. είναιδύο ειδών: ξυλογραφικά και τυπογραφικά. Τα πρώτα τυπώνονταν από ξύλινες πλάκες, πάνω στις οποίες χάραζαν τις λέξεις. Τα δεύτερα είχαν τυπογραφικά κινητά στοιχεία,… …   Dictionary of Greek

  • Arvanitika — This article is about a language spoken in Greece. For the related language spoken in Italy, see Arbëresh. Arvanitika Arbërisht Pronunciation [aɾbəˈɾiʃt] Spoken in Greece …   Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”